ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΣΩΜΑΤΙΚΟ ΛΙΠΟΣ ΣΕ ΠΡΟ- ΚΑΙ ΜΕΤΑ – ΕΜΜΗΝΟΠΑΥΣΙΑΚΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ.

    Μ. Γιαννακούλια, Λ. Μελίστας, Ε. Σολωμού & Ν. Γιαννακούρης

    ΠΕΡΙΛΗΨΗ:

    ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΕΡΕΥΝΑΣ:

    Η μελέτη συσχέτισης μεταξύ της συχνότητας κατανάλωσης γευμάτων (ΣΚΓ) και του σωματικού παχος σε προ και μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, έπειτα από αποκλεισμό των γυναικών -“υποκαταγραφέων”.

    ΜΕΘΟΔΟΙ ΕΡΕΥΝΑΣ:

    Αυτή ήταν μια διατμηματική μελέτη με 64 προεμμηνοπαυσιακές και 50 μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, μη “υποκαταγραφείς (υποκαταγραφέας = άτομο που καταγράφει ενεργειακή πρόσληψη μικρότερη από την πραγματική), ηλικίας από 24 έως 74 ετών και με Δείκτη Μάζας Σώματος από 18,5 kg/m2 μέχρι 38,6 kg/m2. Ο Δείκτης Μάζας Σώματος και το ποσοστό του σωματικού λίπους εκτιμήθηκαν με τη χρήση του DXA. Οι συχνότητα ενεργειακής κατανάλωσης, ενέργεια και πρόσληψη των μακροθρεπτικών συστατικών υπολογίστηκαν με τη χρήση ενός 3ήμερου ημερολογίου καταγραφής τροφίμων. Τo επίπεδο της φυσικής δραστηριότητας και η ενεργειακή δαπάνη εκτιμήθηκαν με τη συμπλήρωση ενός ερωτηματολογίου φυσικής δραστηριότητας, που πραγματοποιήθηκε από το ίδιο το δείγμα.

    ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ:

    Δε βρέθηκε καμία συσχέτιση μεταξύ της συχνότητας της ενεργειακής κατανάλωσης γεύματος και της εναπόθεσης λιπώδους ιστού στις προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Αντιθέτως, στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες η συχνότητα της ενεργειακής κατανάλωσης συσχετίστηκε θετικά με το ποσοστό του σωματικού λίπους (r=0.30 , p=0.03). Η συχνότητα της ενεργειακής κατανάλωσης συσχετίστηκε θετικά τόσο με την ολική ενεργειακή πρόσληψη όσο και με την ολική ενεργειακή κατανάλωση και στις δύο ομάδες (r=0.34, p=0.02). Πολυπαραγοντική ανάλυση έδειξε ότι στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες η συχνότητα της ενεργειακής κατανάλωσης αποτελεί σημαντικό δείκτη για το σωματικό πάχος (σταθερα βήτα = 0.41 και ρ=0.01).

    ΣΥΖΗΤΗΣΗ:

    Η συχνότητα κατανάλωσης γευμάτων δε βρέθηκε να σχετίζεται με την εναπόθεση λιπώδους ιστού στις προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, αλλά συσχετίστηκε με το αυξημένο σωματικό λίπος στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Πιθανές ερμηνείες θα μπορούσαν να είναι ή ότι η συχνή κατανάλωση τροφής δε σχετίζεται με το φυσικά δραστήριο τρόπο ζωής στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες ή ότι η συχνή κατανάλωση τροφής προδιαθέτει υψηλότερη ενεργειακή πρόσληψη σε γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση αυξάνοντας ,έτσι, την αποθήκευση τροφής και καθιστώντας τον έλεγχο για ισοζυγίο ενέργειας ένα έργο πιο δύσκολο για αυτές.